Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η εξόφληση των προμηθευτών περνά από το γκισέ των τραπεζών


Picture 0 for Η εξόφληση των προμηθευτών περνά από το γκισέ των τραπεζών

Ο νέος Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος ν.4172 άρθρο 23 περίπτωση β που ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2014 προβλέπει ότι δεν εκπίπτει «κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των 500€, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με την χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής».
 
Συνεπώς από την 01/01/2014 και μετά, κάθε δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών συνολικής αξίας, συμπεριλαμβανομένου και του ΦΠΑ, άνω των 500€, εκπίπτει φορολογικά κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα, εφόσον η ολική ή τμηματική εξόφλησή του γίνει μέσω τραπεζικού μέσου πληρωμής δηλαδή κατάθεση ή μεταφορά σε τραπεζικό λογαριασμό, εξόφληση με τραπεζική επιταγή ή συναλλαγματική.
 
Παραμένει όμως σε ισχύ η διάταξη του Κ.Φ.Α.Σ. που προβλέπει:
 
«Για την απόδειξη της συναλλαγής από το λήπτη φορολογικού στοιχείου, που αφορά αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας τριών χιλιάδων (3.000€) ευρώ και άνω, απαιτείται η τμηματική ή ολική εξόφληση να γίνεται μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγή έκδοσης του λήπτη του στοιχείου. Σε περίπτωση εκχώρησης επιταγών τρίτων εκδίδεται άμεσα λογιστική απόδειξη εκχώρησης αξιόγραφων, στην οποία αναγράφονται τα στοιχεία των εκχωρούμενων επιταγών.
 
Με επιταγή του αγοραστή ή με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό αποκλειστικά και μόνο εξοφλούνται επίσης, μερικά ή ολικά, και τα φορολογικά στοιχεία αξίας τριών χιλιάδων (3.000€) ευρώ και άνω, που αφορούν αγορές αγροτικών προϊόντων από πρόσωπο που παράγει τα προϊόντα αυτά, καθώς επίσης και το ποσό που αποδίδεται από τον αντιπρόσωπο στον εντολέα, επίσης πρόσωπο που παράγει τα ως άνω αγροτικά προϊόντα, για τις διενεργηθείσες πωλήσεις των προϊόντων αυτών, για λογαριασμό του, με βάση την εκκαθάριση της παραγράφου 7 του άρθρου 6, μετά την αφαίρεση της δικαιούμενης προμήθειας.
 
Φορολογικά στοιχεία, που εκδίδονται από επιτηδευματίες για πώληση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες άνω των 1.500,00€ , εξοφλούνται με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής δηλαδή μέσω τραπεζικού λογαριασμού, με επιταγή ή κάρτα του ιδιώτη.

Για μια ακόμη φορά αλληλοσυγκροούμενες διατάξεις.
 
Πρέπει το Υπουργείο να πάρει άμεσα θέση. Δεν μπορεί η ίδια παράβαση να επισύρει δύο διαφορετικές ποινές.
 
- Αμοιβαίες ανταπαιτήσεις :

Για την εφαρμογή των άνω διατάξεων για τους αντισυμβαλλόμενους, που είναι ταυτόχρονα πελάτης και προμηθευτής (δηλαδή και οι δύο είναι λήπτες φορολογικών στοιχείων) από 01/01/2013 επιτρέπεται ο συμψηφισμός αμοιβαίων ανταπαιτήσεων μεταξύ των. Οι διατάξεις αυτές δεν έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν κανονικά έως σήμερα.
 
- Συνεπώς από 01/01/2014 και μετά:

Κάθε δαπάνη με ποσό συναλλαγής άνω των 500,00€ αν δεν εξοφληθεί με χρήση τραπεζικού μέσου δεν αναγνωρίζεται και αναμορφώνεται φορολογικά. Η ευθύνη εφαρμογής της διάταξης και της αναμόρφωσης περνά στους λογιστές.

Κάθε δαπάνη με ποσό συναλλαγής άνω των 3.000€ αν δεν εξοφληθεί με χρήση τραπεζικού μέσου, εκτός από την φορολογική αναμόρφωση επισύρει και ένα αυτοτελές πρόστιμο ανάλογο με την κατηγορία των βιβλίων .

Κάθε φορολογικό στοιχείο που εκδίδεται σε ιδιώτη άνω των 1.500€, αν δεν εξοφληθεί μέσω τραπεζικού μέσου επισύρει ένα αυτοτελές πρόστιμο ανάλογο με την κατηγορία των βιβλίων .

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ενίσχυση της Ίδρυσης και Λειτουργίας νέων Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων

  Ο επιχορηγούμενος προϋπολογισμός κάθε επενδυτικού σχεδίου κυμαίνεται από ​ 30.000 € έως 400.000 €. ​​ Το ποσοστό ενίσχυσης των αιτήσεων χρηματοδότησης είναι ενιαίο για όλες τις επιλέξιμες δαπάνες των επενδυτικών σχεδίων και ανέρχεται στο 45% του επιχορηγούμενου προϋπολογισμού. Το ποσοστό της επιχορήγησης δύναται να αυξηθεί κατά: ​​10% εφόσον η επένδυση πραγματοποιηθεί σε απομακρυσμένη ή πυρόπληκτη ή πλημμυροπαθή περιοχή ή μικρά νησιά και επιπλέον κατά 5% με την επίτευξη του στόχου της απασχόλησης τουλάχιστον 1 ΕΜΕ, τον πρώτο χρόνο μετά την ολοκλήρωση της επένδυσης. Η διάρκεια υλοποίησης του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου του επενδυτικού σχεδίου θα είναι 24 μήνες απο την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης ένταξης. Σε ποιους απευθύνεται ​Υπό ίδρυση και νεοσύστατες Πολύ Μικρές, Μικρές, και Μεσαίες Επιχειρήσεις, οι οποίες θα δραστηριοποιηθούν ή δραστηριοποιούνται στους επιλέξιμους ΚΑΔ της Πρόσκλησης (Παράρτημα ΙΙ   EΠΙΛΕΞΙΜΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ – ΚΑΔ). Κατηγορία

Ενίσχυση της Ίδρυσης και Λειτουργίας νέων Μικρομεσαίων Τουριστικών Επιχειρήσεων

  Ο επιχορηγούμενος προϋπολογισμός κάθε επενδυτικού σχεδίου κυμαίνεται από 80.000€ έως 400.000€. Η επιχορήγηση θα ανέρχεται σε ποσοστό 45% επί των υποβαλλόμενων δαπανών. Το ποσοστό ενίσχυσης δύναται να προσαυξάνεται κατά (α) 10% εφόσον η επένδυση πραγματοποιηθεί σε απομακρυσμένη ή πυρόπληκτη ή πλημμυροπαθή περιοχή ή μικρά νησιά και (β) επιπλέον κατά 5% με την επίτευξη της κάλυψης του στόχου απασχόλησης τουλάχιστον 0,2 ΕΜΕ, τον πρώτο χρόνο μετά την ολοκλήρωση της επένδυσης. Η διάρκεια υλοποίησης του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου του επενδυτικού σχεδίου ορίζεται αυστηρά σε 24 μήνες, μη επιδεχόμενη την οποιαδήποτε παράταση. Σε ποιους απευθύνεται Υπό ίδρυση και νεοσύστατες μεσαίες, μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις που αναμένεται να δραστηριοποιηθούν στον κλάδο του τουρισμού , όπως αυτές ορίζονται στη Σύσταση της Επιτροπής 2003/361/ΕΚ. Με τον όρο νεοσύστατες ορίζονται οι επιχειρήσεις για τις οποίες δεν έχει παρέλθει 12μηνο συνεχούς λειτουργίας α

Παρατείνεται μέχρι τέλος του χρόνου το «Καλάθι του νοικοκυριού»

    Επεκτείνεται μέχρι 31/12/2023 και το πλαφόν για τις επιχειρήσεις που εμπορεύονται βασικά καταναλωτικά προϊόντα και καύσιμα προκειμένου να αντιμετωπιστούν φαινόμενα αθέμιτης κερδοφορίας εις βάρος των καταναλωτών 30 Ιουνίου 2023 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΥΠΟΥ ΥΠ. ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Παρατείνεται μέχρι τέλος του χρόνου το «Καλάθι του νοικοκυριού» Το Υπουργείο Ανάπτυξης ενημερώνει το καταναλωτικό κοινό και τις επιχειρήσεις ότι η πρωτοβουλία «Καλάθι του νοικοκυριού» θα συνεχιστεί μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου 2023. Παράλληλα, θα επεκταθεί μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2023 το μέτρο του μεγίστου περιθωρίου κέρδους για τις επιχειρήσεις που εμπορεύονται βασικά καταναλωτικά προϊόντα και καύσιμα προκειμένου να αντιμετωπιστούν φαινόμενα αθέμιτης κερδοφορίας εις βάρος των καταναλωτών.