Αναλυτικά στοιχεία για το σύνολο των συναλλαγών φορολογουμένων θα
στείλουν στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων τράπεζες, ΔΕΚΟ σύμφωνα με
το In.gr, χρηματιστηριακές εταιρείες, ασφαλιστικές επιχειρήσεις,
ιδιωτικά θεραπευτήρια, ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, οι εταιρειών σταθερής και
κινητής τηλεφωνίας, προκειμένου το υπουργείο Οικονομικών να
διευκολύνεται στο ελεγκτικό του έργο και στην διενέργεια διασταυρώσεων.
Σύμφωνα με το Ν. 4174/2013
ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων δύναται να εκδίδει απόφαση, με την
οποία ορίζονται ορισμένες κατηγορίες προσώπων που υποχρεούνται να
παρέχουν αυτομάτως πληροφορίες σχετικά με τις οικονομικές συναλλαγές
τους με φορολογούμενους, οι όροι και οι προϋποθέσεις για την παροχή
αυτών των πληροφοριών, καθώς και οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή της
παρούσας παραγράφου.
Ο Χ. Θεοχάρης προχώρησε στην έκδοση της σχετικής απόφασης ζητώντας
αναλυτικές πληροφορίες για τις συναλλαγές όλων των φορολογουμένων.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την απόφαση:
Τα πιστωτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων και των υποκαταστημάτων
αλλοδαπών πιστωτικών ιδρυμάτων, τα χρηματοδοτικά ιδρύματα, οι φορείς
εκκαθάρισης συναλλαγών με χρήση καρτών πληρωμών και τα ιδρύματα πληρωμών
που λειτουργούν στην Ελλάδα, καθώς και οι Εταιρείες Παροχής Επενδυτικών
Υπηρεσιών, υποχρεούνται να διαβιβάζουν στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων
Εσόδων καταστάσεις σε ηλεκτρονικό αρχείο, με στοιχεία που αφορούν:
-Το ποσό των πιστωτικών και χρεωστικών τόκων καταθέσεων και repos που
απέκτησαν κατά το προηγούμενο έτος, καθώς και το ποσό του φόρου που
παρακρατήθηκε, με τα στοιχεία των δικαιούχων/ συνδικαιούχων, όπως όνομα,
επώνυμο, ΑΦΜ και ημερολογιακό έτος αναφοράς. Για τους τόκους καταθέσεων
σε νόμισμα διαφορετικό του ευρώ, ως ισοτιμία για τη μετατροπή τους σε
ευρώ λαμβάνεται η τιμή της ημερομηνίας πίστωσης των τόκων σε συνάλλαγμα ή
η τιμή spot του δελτίου τιμών συναλλάγματος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής
Τράπεζας της τελευταίας εργάσιμης ημέρας του έτους αναφοράς.
-Ποσά με υπόλοιπα αρχής και τέλους κάθε χρήσης της αξίας χαρτοφυλακίου συνολικής αξίας μεγαλύτερης από 100.000 ευρώ.
Επιπλέον, οι φορείς (τράπεζες κ.λπ.) εκκαθάρισης συναλλαγών με χρήση
καρτών πληρωμών (πιστωτικών ή και χρεωστικών) συμπεριλαμβανομένων των
συναλλαγών ανάληψης σε ελληνικά Α.Τ.Μ. διαβιβάζουν στο υπουργείο
Οικονομικών, στοιχεία που αφορούν σε συναλλαγές καρτών πληρωμών που
έχουν εκδοθεί στην αλλοδαπή από πιστωτικό ίδρυμα με έδρα εκτός Ελλάδας.
Η συχνότητα διαβίβασης των παραπάνω στοιχείων είναι ετήσια και ως καταληκτική ημερομηνία ορίζεται η 28η Φεβρουαρίου του επόμενου έτους του έτους αναφοράς. Ειδικά, για την πρώτη εφαρμογή και μόνο, μπορούν να αποσταλούν έως 31 Μαρτίου 2014.
Τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα, τα ιδρύματα πληρωμών και τα
Ελληνικά Ταχυδρομεία διαβιβάζουν στο υπουργείου Οικονομικών στοιχεία που
αφορούν σε μεταφορές πίστωσης, εμβάσματα, άμεσες χρεώσεις και
τραπεζικές επιταγές πελατών τους (φυσικών και νομικών προσώπων) για
μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό και στοιχεία για εισπράξεις
συμβεβλημένων με αυτά επιχειρήσεων, μέσω πιστωτικών καρτών.
Η διαβίβαση των στοιχείων θα γίνεται απευθείας στη ΓΓΔΕ μέσω
διαδικτυακής εφαρμογής ασφαλούς συστήματος μεταφόρτωσης αρχείου. Ειδικά
για τα τραπεζικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα θα γίνεται μέσω της
«Διατραπεζικά Συστήματα Α.Ε.» (ΔΙΑΣ), ενώ η συχνότητα διαβίβασης των
στοιχείων είναι μηνιαία και πρέπει να γίνεται έως την 20η ημέρα του επόμενου μήνα από το μήνα αναφοράς.
Τα πιστωτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων και των υποκαταστημάτων
αλλοδαπών πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν στην Ελλάδα, υποχρεούνται
να διαβιβάζουν στη αρχεία για τις παρακάτω ομάδες πελατών τους που
ανήκουν στην κατηγορία «υψηλού κινδύνου»: α) ελεύθεροι
επαγγελματίες, που διατηρούν ή είναι πραγματικοί δικαιούχοι λογαριασμών,
στους οποίους πιστώθηκαν κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος ποσά
συνολικών εισοδημάτων τους άνω των 200.000 ευρώ. β) νομικά πρόσωπα,
στους λογαριασμούς των οποίων οι συνολικές καταθέσεις ή αναλήψεις
μετρητών κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος υπερέβησαν το όριο των
300.000 ευρώ. Η συχνότητα διαβίβασης των στοιχείων αυτών είναι ετήσια
και ως καταληκτική ημερομηνία ορίζεται η 30η Απριλίου του επόμενου έτους του έτους αναφοράς.